ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Το μυθικό μαγαζί «Rock ‘n’ Roll» επέστρεψε! (ΦΩΤΟ)

Το μυθικό μαγαζί «Rock ‘n’ Roll» επέστρεψε! (ΦΩΤΟ)

Δώρα Μιχαήλ

Συγκίνηση, δάκρυα, πενηντάρηδες και γοητευτικές σαραντάρες γέμισαν το θρυλικό bar restaurant της Λουκιανού, στο Κολωνάκι, το βράδυ του Σαββάτου Πέρναγες την πόρτα και σχεδόν αμέσως ένιωθες ότι ήσουν στο ίδιο ακριβώς μαγαζί που γνώρισες πριν από είκοσι και βάλε χρόνια, αφού με δυσκολία περπατούσες.

Το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, σαραντάρηδες, πενηντάρηδες και αρκετοί τριαντάρηδες «στριμώχθηκαν» ξανά από τις εννιά το βράδυ στο opening του Rock ‘n’ Roll-στην επιστροφή του καλύτερα-εκεί που άρχισαν όλα, τριάντα χρόνια πριν, στην οδό Λουκιανού. Χαμόγελα, δάκρυα, φίλοι που βρέθηκαν μετά από καιρό λες και ήταν συνεννοημένοι, ωραίες γυναίκες άνω των τριάντα και οι κλασικές ροτόντες γεμάτες από χαρούμενες παρέες, συνέθεσαν το come back του μυθικού bar restaurant της Αθήνας.

Παρόλο που είχε ανακοινωθεί ότι θα ανοίξει από το μεσημέρι του Σαββάτου, τελικά η πόρτα άνοιξε βράδυ λίγο μετά τις εννιά για να υποδεχθεί κάποιους μόνο από τους πιστούς θαμώνες ενός μαγαζιού που άλλαξε το αθηναϊκό nightlife για πάντα.

Οι αγαπημένες μουσικές -Queen, Rolling Stones, David Bowie, New Order κ.α.- ξεσήκωσαν τον κόσμο, ενώ οι μπάρμεν -ειδικά ο ένας- έδωσαν το δικό τους σόου. Εντάξει, πυροσβεστήρες δεν βγήκαν από το πρώτο βράδυ, η σκάλα όμως που οδηγούσε στο πατάρι με τα τέσσερα τραπέζια, γέμισε από κόσμο, σε τέτοιο σημείο, ώστε η ανάβαση και η κατάβαση να είναι μια μικρή περιπέτεια. Στην πόρτα, τρία άτομα έλεγχαν τον χώρο, ενώ πάνω από τριάντα άτομα περίμεναν κάποια στιγμή έξω από το μαγαζί χωρίς να φεύγουν, κουβεντιάζοντας σε παρέες. Σκηνή που θύμισε άλλες εποχές, τότε που η κρίση ήταν άγνωστη λέξη και οι νύχτες στην Λουκιανού αργούσαν πολύ να ξημερώσουν για τους διάσημους θαμώνες. Το μόνο δυσάρεστο για κάποιους εξ αυτών, ήταν ότι κατά την αποχώρησή τους, διαπίστωσαν ότι οι πινακίδες των αυτοκινήτων τους επί της Πατριάρχου Ιωακείμ είχαν αφαιρεθεί από την Δημοτική Αστυνομία. Αυτό όμως ήταν το τελευταίο πράγμα που τους ένοιαζε… Οι εμπνευστές Ξημερώματα Κυριακής 3 Απριλίου του 2011, έξω από την οδό Λουκιανού, άνθρωποι αγκαλιάζονται και κλαίνε, παρέες λένε ιστορίες από τα παλιά και νέα παιδιά προσπαθούν να συνέλθουν από το τελευταίο βράδυ που άναψε ο μυθικός πολυέλαιος του «Rock ‘n’ Roll». Μέσα, το σκηνικό θυμίζει κατεδάφιση, αφού οι θαμώνες έχουν σπάσει τραπέζια, καρέκλες και ότι τέλος πάντων σπάζεται σε ένα μέρος, όπου επί δύο και πλέον δεκαετίες έδωσαν το παρόν απλά όλοι. Η είδηση ότι το Rock επέστρεψε στον χώρο από όπου άρχισαν όλα, μόνο χαρά σκόρπισε στους φανατικούς του, πολλοί από τους οποίους είναι πια 60ρηδες, οι οποίοι έζησαν τις μεγάλες του στιγμές. Αυτές που γράφτηκαν από το βράδυ της 11ης Δεκεμβρίου του 1987, όταν το εμβληματικό στέκι άνοιξε για πρώτη φορά τις πύλες του στο Κολωνάκι, αλλάζοντας δια παντός, το αθηναϊκό nightlife. Εμπνευστές του τα αδέρφια Ανδρέας και Γιώργος Πιτσιλής μαζί με τον Ισίδωρο Οδυσσέως, λάτρεις του καλού rock και συλλέκτες εμπειριών-επαγγελματικών και μη-στην νύχτα της πρωτεύουσας. Το Rock ανοίγει λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1987 και σε λίγες ημέρες είναι το μαγαζί στο οποίο θέλει να μπει όλη η Αθήνα, αφού εκεί μαζεύονται από την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Μπονάτσο, μέχρι τον Λαζόπουλο, τους Κανελόπουλους της «ΤΙΤΑΝ», εφοπλιστές, εκδότες και όλοι αυτοί που ήταν η έγιναν σταδιακά «κάποιοι«».

Η πιο σκληρή πόρτα Τότε χτίσθηκε και μύθος για την πιο «σκληρή» πόρτα της Αθήνας, με τους πορτιέρηδες αλλά και τον Ανδρέα Πιτσιλή, να «θερίζουν» κόσμο και κοσμάκη που στηνόταν στην ουρά για να μπει στο μαγαζί. Ο τελευταίος εντόπιζε στα δέκα μέτρα αυτούς που δεν ταίριαζαν με την ατμόσφαιρα του Rock και πολύ ευγενικά τους έκοβε, αρνούμενος να κάνει υποχωρήσεις. Οι κομμένοι κατέφευγαν στην Αστυνομία, αφού πρώτα έβριζαν φεύγοντας, ενώ η νύχτα που έμεινε αξέχαστη ήταν, όταν ο Πιτσιλής δεν έβαλε μέσα μια παρέα από «αμερικανάκια». Ανάμεσά τους και μια έφηβη η οποία όπως κατάλαβαν όλοι μετά, ήταν «κάποια». Λίγα λεπτά αργότερα εμφανίζονται αυτοκίνητα με διπλωματικές πινακίδες και περιπολικά της Αστυνομίας. Από τα πρώτα βγαίνουν θηριώδεις τύποι οι οποίοι ήταν ασφάλεια της κόρης του τότε Αμερικανού πρέσβη στην Ελλάδα, Μάικλ Σωτήρχου, η οποία ήταν η έφηβη που «έκοψε» ο Πιτσιλής. Χρόνια αργότερα ο επιχειρηματίας Γιάννης Μωράκης που μπήκε μέτοχος στο Rock’ n’ Roll της πλατείας Κολωνακίου έλεγε χαμογελώντας ότι «έγινα συνεταίρος στο μαγαζί που έτρωγα πόρτα». Όλοι ήθελαν να κάτσουν στα τέσσερα προνομιούχα τραπέζια του ισογείου, ειδικά αυτό με τον καναπέ, το οποίο κατέληγε κάποια στιγμή να έχει πάνω από είκοσι άτομα στριμωγμένα! Κανείς όμως δεν παραπονιόταν, αφού όλοι πέρναγαν καλά, τόσο που ξέχναγαν στο τέλος αν ήρθαν με παρέα ή μόνοι τους. Σε αυτό το μαγαζί μίλησε για πρώτη φορά ο Γιάννης Λάτσιος στην Ελένη Μενεγάκη στήνοντας την αρχή του ειδυλλίου τους, εκεί έτρωγαν-τότε που μίλαγαν φυσικά-ο Λάκης Λαζόπουλος και η Μιμή Ντενίση και εκεί δόθηκαν τα απίστευτης έντασης αποκριάτικα πάρτι.

Τζάμπα ποτά για όλους! Το τελευταίο βράδυ της Αποκριάς, είχε απαραίτητα τζάμπα ποτά για όλους τους πελάτες, οι οποίοι προσέρχονταν αυστηρά με στολές για να πάρουν μέρος σε ένα διονυσιακό πάρτι που τέλειωνε μετά τις εφτά το πρωί! Ο Μίμης Φούκας-γνωστός από το Sea Satin-που δούλεψε στο Rock είχε πει σε συνέντευξή του: «Τα πάρτι τελείωναν ξημερώματα με φοβερά μπουγέλα και το μαγαζί να έχει μετατραπεί σε γήπεδο. Βγαίναμε στην Λουκιανού με τις στολές ή ότι είχε απομείνει από αυτές, είχε βγει ο ήλιος και ο κόσμος που πήγαινε στις δουλειές του, μας κοίταζε σαν να έβλεπε εξωγήινους. Κι μιλάμε για τον καλύτερο κόσμο της Αθήνας που στην διάρκεια αυτών των πάρτι γινόταν μια παρέα. Πλούσιοι και διάσημοι, γυναίκες θεές, celebrities και wannabe, ροκάδες και προσωπικό, χορεύαμε σαν σεληνιασμένοι». Τις συνήθεις καθημερινές δεν άλλαζαν και πολύ τα πράγματα. Πήγαινες ας πούμε γύρω στις εννιά και δεν μπορούσες να σπρώξεις την πόρτα της εισόδου από τον κόσμο. Κάποια στιγμή, οι μιλημένοι έμπαιναν από την είσοδο της κουζίνας για βρεθούν κατευθείαν μέσα στον χαμό, με τους Guns’ n’ Roses να βρυχώνται από τα ηχεία. Τα ελληνικά απαγορεύονταν δια ροπάλου μέχρι την στιγμή που οι ιδιοκτήτες διαπίστωσαν ότι έπρεπε να διαβούν το Ρουβίκωνα, παρά τις προσωπικές τους ενστάσεις. Οι Κυριακές με τα ελληνικά πάρτι είναι οι πιο κερδοφόρες για το μαγαζί, με τον κόσμο να στριμώχνεται ασφυκτικά και να τραγουδάει τα ρεφρέν του Ρέμου και του Σφακιανάκη, οι οποίες μάλιστα επανήλθαν από χθες.

Η κάμψη και το αντίο Έξι χρόνια πριν η χρονιά δεν μπήκε με τους καλύτερους οιωνούς για το στέκι της Λουκιανού, σε ένα Κολωνάκι όπου υπήρχαν πλέον δεκάδες μαγαζιά. Πλεόν η πόρτα του άνοιγε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή αφού η κρίση κατήργησε τις καθημερινές. Ακόμη και τα Σάββατα όμως, δεν θύμιζαν πια εκείνα τα παλιά, όπου οι σακούλες με τα ψώνια των πελατών σχημάτιζαν ένα μικρό βουνό και κάποιοι αναζητούσαν την Καλλιόπη στην γκαρνταρόμπα όταν ήθελαν να φύγουν. Την έβρισκαν να χορεύει μαζί με φίλους οπότε ακουγόταν η περίφημη φράση: «Καλλιόπη, συγνώμη που σε ενοχλούμε, αλλά μήπως μπορούμε να έχουμε τα παλτά μας;». Όταν ο ιδιοκτήτης του ακινήτου ζητάει αύξηση της τάξης του 25% οι Πιτσιλήδες όπως τους έλεγαν όλοι, παίρνουν την απόφαση να κλείσουν με ένα τελευταίο πάρτι. Κόσμος ήρθε από το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη για την συγκεκριμένη βραδιά, που τέλειωσε με το σπάσιμο του μαγαζιού, μετά από μια νύχτα που κανείς δεν ήθελε να τελειώσει. Λίγο μετά της έξι και μισή το πρωί, ο Πέτρος Πιτσιλής, γιος του Γιώργου ξεκρεμάει τελετουργικά την πινακίδα και οι νύχτες στο Κολωνάκι έγιναν φτωχότερες μέχρι το περασμένο Σάββατο, όταν η πινακίδα πάνω από την είσοδο άναψε ξανά…

Τελευταία Νέα

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα, αποκλειστικά ρεπορταζ και ειδήσεις