Αν και η χώρα δοκιμάζεται από μια άνευ προηγουμένου, σε καιρό ειρήνης, ύφεση, τόσο σε διάρκεια –εννέα δύσκολα χρόνια– όσο και σε επιπτώσεις –το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 25%–, αυτή η μεγάλη κρίση ούτε καν πλησιάζει τον Αρμαγεδδώνα που έχει πλήξει τον κατασκευαστικό τομέα.
Στην περίοδο 2008-2016 η μείωση της οικοδομικής δραστηριότητας στη χώρα φτάνει το 95%, σαρώνοντας τα πάντα. Και όμως, σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η Isomat, μια ελληνική παραγωγική εταιρεία χημικών δομικών και κονιαμάτων, όχι μόνο δεν σαρώθηκε από τη δίνη της κρίσης αλλά κατάφερε να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία.
Σήμερα, διαθέτοντας παραγωγικές μονάδες σε Ελλάδα, Ρουμανία και Σερβία και έξι θυγατρικές εταιρείες (Ρουμανία, Σερβία, Ρωσία, Τουρκία, Βουλγαρία, Σλοβενία), και εξάγοντας οικοδομικά προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας σε περισσότερες από 50 χώρες, η Isomat συγκαταλέγεται μεταξύ των λίγων ελληνικών εταιρειών με ισχυρά πολυεθνικά χαρακτηριστικά.
Ετσι, παρά την κατάρρευση της εγχώριας αγοράς, κατάφερε να ενισχύσει τις πωλήσεις της κατά 23% σε σχέση με το 2009, επιτυχία που οφείλεται αποκλειστικά στις εξαγωγικές επιδόσεις. Το 2009 οι πωλήσεις της εταιρείας στο εξωτερικό ήταν 9 εκατ., έχοντας παρουσία σε 24 χώρες. Το 2016 οι πωλήσεις στο εξωτερικό ανήλθαν στα 17εκατ. ευρώ, σε περίπου 45 χώρες, ενώ φέτος τα προϊόντα της θα διοχετευθούν σε 50 χώρες πέραν των 6 θυγατρικών της: Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Βέλγιο, Δανία, Σουηδία, Μάλτα, Ουκρανία, Τσεχία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μαυροβούνιο, Μολδαβία, Σλοβενία, Κροατία, Γεωργία, Κόσοβο, ΠΓΔΜ, Αλβανία, Κύπρο, ΗΠΑ, Καναδά, Βραζιλία, Χιλή, Κούβα, Ουρουγουάη, Παραγουάη, Ινδία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανο, Παλαιστίνη, Ιράν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κατάρ, Αζερμπαϊτζάν, Λιβύη, Αλγερία, Λιβερία, Νιγηρία, Μαρόκο, Τυνησία, Ταϊλάνδη και Μαλαισία. Οι πωλήσεις του ομίλου στο εξωτερικό για την αντίστοιχη δύσκολη χρονική περίοδο αυξήθηκαν κατά 91% και πλέον αποτελούν το 39% των συνολικών πωλήσεών του. Παράλληλα, σε σταθερά υψηλά επίπεδα διατηρείται η κερδοφορία, ενώ η μείωση του EBITDA το 2016 οφείλεται στη νέα παραγωγική μονάδα της Isomat στη Ρουμανία, που ξεκίνησε να λειτουργεί στις αρχές του 2016 και δεν έχει ξεπράσει ακόμα το «νεκρό» σημείο.
Παράλληλα, η εταιρεία κατόρθωσε να διατηρήσει τις πωλήσεις της στην εγχώρια αγορά, παρά την κατάρρευση που σημειώθηκε. Πώς έγινε δυνατό αυτό; Σύμφωνα με την εταιρεία, με συνεχείς επενδύσεις σε νέες καθετοποιημένες και απόλυτα αυτοματοποιημένες μονάδες παραγωγής, σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό, μοντέρνες κτιριακές εγκαταστάσεις αλλά και συνεχή εκσυγχρονισμό των λογισμικών συστημάτων. Δίνοντας έμφαση στο ανθρώπινο δυναμικό, με την ενσωμάτωση εξειδικευμένων, ταλαντούχων στελεχών που εργάζονται με κοινό όραμα και στρατηγική. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2008, που ξεκίνησε η οικονομική κρίση, το προσωπικό του ομίλου αυξήθηκε κατά 57% και σήμερα ανέρχεται σε Ελλάδα και εξωτερικό στους 400 εργαζομένους, εκ των οποίων οι 277 είναι στην Ελλάδα. Στο προσωπικό της περολαμβάνονται περίπου 50 διπλωματούχοιμηχανικοί και χημικοί στην Ελλάδα και στις θυγατρικές της οι οποίοι απασχολούνται στα τμήματα Τεχνικής Υποστήριξης και Ερευνας & Ανάπτυξης. Το τμήμα έρευνας και ανάπτυξης αποτελείται σήμερα από 5 χημεία, δημιουργώντας κάθε χρόνο πολλά νέα προϊόντα και βελτιώνοντας, όπου απαιτείται, τα υπάρχοντα. Επίσης υπάρχει και τμήμα ποιοτικού ελέγχου, που απαρτίζεται από δύο επιπλέον χημεία.
Η δημιουργία νέων προϊόντων έχει θεμελιώδη σημασία για τη στρατηγική συνεχούς ανάπτυξης της εταιρείας τόσο στην Ελλάδα όσο και στις ιδιαίτερα απαιτητικές αγορές του εξωτερικού. Το εργοστάσιο στην Ελλάδα παράγει στεγανωτικά υλικά, χρώματα και σοβάδες, κόλλες, επισκευαστικά υλικά, επιστρώσεις δαπέδων κ.ά. Η θυγατρική στη Ρουμανία ιδρύθηκε το 2000 στο Βουκουρέστι ως εμπορική θυγατρική. Στα τέλη του 2013, μετατράπηκε σε παραγωγική εταιρεία καθώς ξεκίνησε να παράγει πρόσμεικτα σκυροδέματος και κονιαμάτων, ενώ στις αρχές του 2016 ξεκίνησε παραγωγή χρωμάτων και πολυμερικών σοβάδων, μετά την εξαγορά και ανακαίνιση τοπικού εργοστασίου. Στη Σερβία η θυγατρική ιδρύθηκε το 2005 στο Βελιγράδι με δραστηριότητα την αποκλειστική εμπορία και διάθεση των προϊόντων Isomat στη σερβική αγορά της, ενώ στις αρχές του 2011 ξεκίνησε η λειτουργία του ιδιόκτητου εργοστασίου της στο Βελιγράδι.
Διαρκείς επενδύσεις σε σύγχρονες μονάδες παραγωγής
Αύξηση των πωλήσεων στο εξωτερικό κατά περίπου 14% αναμένει να επιτύχει για το 2017 η εταιρεία, η οποία δημιουργεί 15 έως 20 νέα προϊόντα κάθε χρόνο, καλύπτοντας και τις πιο εξειδικευμένες ανάγκες των πελατών της. Η καινοτομία είναι, σε μεγάλο βαθμό, αποτέλεσμα της αξιοποίησης τεχνολογίας αιχμής μέσω συνεχών επενδύσεων. Από την ίδρυσή της η Isomat πραγματοποίησε συνολικές επενδύσεις 34 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα, κυρίως σε μηχανολογικό εξοπλισμό, ενώ επιπλέον 12 εκατ. επενδύθηκαν στο εργοστάσιο στη Σερβία και άλλα 6 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία της παραγωγικής μονάδας στη Ρουμανία.
Ωστόσο, για να διατηρείται το τεχνολογικό πλεονέκτημα, απαιτούνται συνεχείς επενδύσεις. Ετσι η Isomat έχει προγραμματίσει νέες επενδύσεις 8 εκατ. ευρώ για τα επόμενα χρόνια κυρίως για την επέκταση και την αναβάθμιση του μηχανολογικού και κτηριακού εξοπλισμού των εργοστασίων. Ενας από τους βασικούς λόγους ανθεκτικότητας της εταιρείας στην κρίση ήταν οι μικρές δανειακές υποχρεώσεις. Η τακτική της εταιρείας ήταν να επενδύει το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της αποφεύγοντας την εύκολη λύση δανεισμού στην εποχή της ευφορίας, με αποτέλεσμα το ξέσπασμα της κρίσης να τη βρει χωρίς μεγάλες υποχρεώσεις. Ετσι, αξιοποιώντας τις συνεχείς επενδύσεις της σε νέες τεχνολογίες, προσαρμόστηκε γρήγορα στις νέες συνθήκες και μάλιστα το 2015, όταν η χώρα κλυδωνιζόταν φθάνοντας ένα βήμα από τον εξοστρακισμό της από την Ευρωζώνη, η Isomat πέτυχε ρεκόρ κερδοφορίας. Η πολύ καλή οικονομική κατάσταση της εταιρείας επέτρεψε και την άνετη χρηματοδότηση της ανάπτυξης των εργασιών της στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πλέον τα ηνία της επιχείρησης έχει αναλάβει η δεύτερη γενιά της οικογένειας, με τον Αθανάσιο Τζιρίτη να κατέχει τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της Isomat.
Τα τρία συστατικά που έφεραν την επιτυχία
«Εξωστρέφεια, ανθρώπινο δυναμικό και καινοτομία». Αυτά ξεχωρίζει ως τα βασικά συστατικά της επιτυχίας ο Στέφανος Τζιρίτης, πρόεδρος και ιδρυτής της Isomat. Εχοντας σπουδάσει πολιτικός μηχανικός στη Γερμανία, προχώρησε το 1980 στην ίδρυση της Isomat και έκτοτε η εταιρεία κατάφερε να κινηθεί σταθερά ανοδικά, πορεία που δεν ανατράπηκε ούτε από τη μεγάλη κρίση που ξέσπασε στη χώρα το 2009. Με συνεχείς επενδύσεις σε σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό και έμφαση στην έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων, η εταιρεία κατάφερε γρήγορα να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις και να επιτύχει ακόμα καλύτερες επιδόσεις μετά το 2009. «Με το ξέσπασμα της κρίσης γρήγορα αναζητήσαμε διεξόδους και νέες δυνατότητες, δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, υψηλής προστιθέμενης αξίας, σε ανταγωνιστικές τιμές, με κύριο στόχο να ενισχύσουμε τις πωλήσεις μας στο εξωτερικό. Αυτό έγινε δυνατό αξιοποιώντας τις υποδομές που έχουμε στο τμήμα Ερευνας και Ανάπτυξης, το οποίο δημιούργησε καινοτόμα εξαγώγιμα προϊόντα. Επίσης, σημαντικό γεγονός που έκανε τη διαφορά ήταν η δημιουργία δύο νέων παραγωγικών μονάδων, η μια για παραγωγή οικοδομικών χρωμάτων και η άλλη για προϊόντα πολυουρεθανικής βάσης. Με αυτόν τον τρόπο η Isomat εισήλθε με επιτυχία στην ιδιαίτερα ανταγωνιστική αγορά των οικοδομικών χρωμάτων, ενώ εμπλούτισε την γκάμα της με τα καινοτόμα πολυουρεθανικά συστήματα Isomat PU Systems που περιλαμβάνουν στεγανωτικά υλικά, επιστρώσεις δαπέδων, σφραγιστικά, αστάρια κ.λπ. με αποτέλεσμα να αποτελεί πλέον μία από τις λίγες εταιρείες στον κόσμο που κατέχουν αυτή την τεχνολογία στα δομικά υλικά. Το γεγονός αυτό της δίνει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την περαιτέρω ανάπτυξη των εξαγωγικών πωλήσεών της και για την είσοδό της σε νέες αγορές. Ετσι πετύχαμε τη σημαντική διεύρυνση του πελατολογίου όσο και των πωλήσεών μας στην εγχώρια αγορά», υπογραμμίζει ο κ. Τζιρίτης. «Θα πρέπει οι εταιρείες στην Ελλάδα να δώσουν βαρύτητα στην τεχνολογία, στην καινοτομία και στην εξωστρέφεια. Μόνον έτσι θα αναχαιτιστεί η φυγή των νέων επιστημόνων, ό,τι πιο δυναμικό και ελπιδοφόρο διαθέτει σήμερα ο τόπος», τονίζει.
Γιάννης Παπαδογιάννης