Toυ Ιωάννη Πρωτοπαπαδάκη
Αν και τα ελληνικά ζυμαρικά μετρούν σχεδόν δύο αιώνες ζωής, αφού πρωτοεμφανίστηκαν στο Ναύπλιο το 1824, εντούτοις θα έπρεπε να μπει πολύ νερό στο αυλάκι μέχρι να εμφανιστούν ορισμένες βιομηχανίες ζυμαρικών, οι οποίες θα κατάφερναν να ανδρωθούν και να αντέξουν στο χρόνο. Μία από αυτές ήταν η βιομηχανία ζυμαρικών Μέλισσα, του Αλέξανδρου Κίκιζα, η οποία, μαζί με τον μεγάλο της ανταγωνιστή, τη Μίσκο, εξακολουθεί μέχρι τις μέρες μας να κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο στον κλάδο των ζυμαρικών.
Η εμπορική ιστορία της οικογένειας Κίκιζα εκτυλίσσεται σε ένα χωριό της Αρκαδίας, όπου γεννιέται το 1913 ο Αλέξανδρος Κίκιζας, ένα από τα 12 παιδιά του Γεωργίου και της Κανέλλας. Λίγο αργότερα, το 1920, τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια του ανοίγουν ένα κατάστημα με «εδώδιμα – αποικιακά» δίπλα στον σιδηροδρομικό σταθμό του χωριού τους. Οι δουλειές πάνε αρκετά καλά και σύντομα αποφασίζουν να δραστηριοποιηθούν και σε άλλους τομείς.
Έτσι, λοιπόν, το 1925 ο Αθανάσιος, ο μεγαλύτερος εκ των αδερφών, καταφθάνει στην Αθήνα όπου ανοίγει ένα κατάστημα τροφίμων στην οδό Λένορμαν, στο Μεταξουργείο. Το μαγαζί του σύντομα λειτουργεί ως πόλος έλξης και για τα άλλα αδέρφια, τα οποία εγκαταλείπουν την αγροτική ζωή και μεταβαίνουν στην πρωτεύουσα. Το νέο κατάστημα, στο οποίο πλέον απασχολούνται όλα τα αδέρφια της οικογένειας Κίκιζα, ευημερεί και μεγαλώνει σε μέγεθος, απασχολώντας συνολικά 35 υπαλλήλους. Μάλιστα, είναι και εξοπλισμένο με δύο ταμειακές μηχανές, από τις πρώτες της εποχής, προκαλώντας το θαυμασμό και την περιέργεια των πελατών.
Οι Αθηναίοι γνωρίζουν ότι «στου Κίκιζα το μαγαζί» μπορούν να βρουν ότι επιθυμούν. Η φήμη του μπακάλικου εκτοξεύεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε η περιοχή να ονομασθεί «γειτονιά του Κίκιζα», με την ομώνυμη στάση λεωφορείου, ενώ ακόμη και ο μεγάλος ρεμπέτης της εποχής, ο Γιώργος Ζαμπέτας, τους αφιερώνει ένα τραγούδι.
Πριν ακόμη ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η οικογένεια Κίκιζα έχει στη διάθεσή της, εκτός από το παντοπωλείο, μία ποτοποιία και έναν κυλινδρόμυλο. Συν τοις άλλοις, έχει αναθέσει στη μακαρονοποιεία «Δήμητρα» την παρασκευή μακαρονιών, τα οποία ανέγραφαν τη φίρμα τους και διατίθεντο από το μπακάλικο. Το 1938 συνεταιρίζονται με τη «Δήμητρα» και τότε εμφανίζεται στο προσκήνιο ο νεαρός Αλέξανδρος, ο οποίος αναλαμβάνει τη διοίκηση του μακαρονοποιείου.
Μετά τον πόλεμο, τα αδέρφια έχουν μεγαλώσει πια και αποφασίζουν να χωρίσουν τις δραστηριότητές τους. Τότε, ο Αλέξανδρος, μαζί με τον αδερφό του Γρηγόρη, ιδρύει μια μονάδα παραγωγής μακαρονιών στη Λεωφ. Κηφισού στην Αθήνα με την επωνυμία «ΒΕΖΑΚ» (Βιομηχανία Εκλεκτών Ζυμαρικών Αδελφών Κίκιζα). Ο ανταγωνισμός τα χρόνια εκείνα είναι μεγάλος, αφού τότε λειτουργούσαν στην Αθήνα περίπου 40 μικρές μονάδες τοπικής εμβέλειας – τρεις δεκαετίες αργότερα θα είχαν απομείνει μόλις 12.
Η επωνυμία «Μέλισσα», το σύμβολο της εργατικότητας, θα γεννηθεί το 1954, όταν ο Αλ. Κίκιζας, που πλέον κατείχε τα ηνία της εταιρείας, θα αναζητήσει ένα πιο εμπορικό όνομα. Ο ίδιος προχωρά στον εκσυγχρονισμό της μονάδας αγοράζοντας την πρώτη αυτόματη πρέσα, ενώ μέχρι το 1959 θα έχει αυτοματοποιηθεί όλη η γραμμή παραγωγής και ξήρανσης ζυμαρικών. Είναι η εποχή που ξεκινά η χρήση του σιμιγδαλιού, αντί του αλευριού, ως πρώτης ύλης, ενώ παρουσιάζονται τα πρώτα τυποποιημένα ζυμαρικά σε συσκευασίες του μισού κιλού, αντί των παραδοσιακών σακιών.
Αναζητώντας την τελειότητα, ο ίδιος ο ιδρυτής δεν παρέλειπε κάθε βράδυ να επισκέπτεται το εργοστάσιο, που λειτουργούσε και Σαββατοκύριακα αλλά και τα βράδια, προκειμένου να ελέγξει την ποιότητα του προϊόντος. Την ίδια στιγμή μηχανεύεται διάφορες ευρηματικές τακτικές προώθησης, όπως να φτιάχνει μεταλλικά ημερολόγια και να τα μοιράζει στα μπακάλικα, καθώς και να διαφημίζεται –γράφοντας ο ίδιος τα διαφημιστικά κείμενα- στο οπισθόφυλλο των δελτίων του ΠΡΟ-ΠΟ.
Σύμμαχο σε αυτή τη δύσκολη προσπάθεια θα έχει το προσωπικό του, με το οποίο έχει φροντίσει να διατηρεί πολύ καλές σχέσεις. Συνήθιζε, μάλιστα, να εκδράμει μαζί τους αλλά και με τις οικογένειές τους, με τα λεωφορεία της εταιρείας, στο Φάληρο και το Σκαραμαγκά. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι σήμερα απασχολούνται στην εταιρεία πολλά παιδιά και εγγόνια παλαιοτέρων υπαλλήλων.
Όλα αυτά βοηθούν τη ‘’Μέλισσα’’ να ξεπεράσει τα στενά γεωγραφικά όρια της Αττικής και να δραστηριοποιηθεί με μεγάλη επιτυχία στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά και να εξάγει μεγάλες ποσότητες -32 τόνους το 1972- στην Αμερική, κατατάσσοντάς την ανάμεσα στις πρώτες φίρμες ζυμαρικών.
Ισχυρό πλήγμα για την εταιρεία θα αποτελέσει ο ξαφνικός θάνατος του Αλέξανδρου Κίκιζα το 1965, καθώς τα παιδιά του ήταν αρκετά μικρά για να μπορέσουν να αναλάβουν την εταιρεία. Σε αυτό τον έντονα ανδροκρατούμενο χώρο, θα αναλάβει η σύζυγός του, Κωνσταντίνα, η οποία θα κατορθώσει, μέχρι να αναλάβει ο γιος της Γεώργιος το 1975, να κρατήσει τη «Μέλισσα» στον ίσιο δρόμο.
Σήμερα η εταιρεία «Μέλισσα – Κίκιζας ΑΒΕΕ Τροφίμων», που μέσω εξαγορών έχει εμπλουτιστεί με τις μάρκες «Στέλλα», «Γλυκά Καζινό» και τις κομπόστες «Del Monte», συγκαταλέγεται, με τζίρο 45 εκατ. ευρώ, ανάμεσα στις κορυφαίες εταιρείες τροφίμων στην Ελλάδα. Εξακολουθεί δε να παραμένει ελληνική, με την τρίτη γενιά Κίκιζα, τον Αλέξανδρο και την Κωνσταντίνα, να ετοιμάζονται να αναλάβουν τα ηνία της επιχείρησης και να συνεχίσουν έτσι την 65χρονη ιστορία της.